Durden Journals vol.3

 Γεια χαρά. Αυτή τη φορά, το κείμενο δε θα έχει ιδιαίτερες αναλύσεις και νοητικά σχήματα όπως την προηγούμενη. Αυτό το “Journals” θα τιμήσει λίγο περισσότερο το όνομά του, και θα σταθεί σαν μια καταγραφή των μουσικών μου ερεθισμάτων τις τελευταίες μέρες.

Το πρώτο πράγμα που θέλω να αναφέρω, είναι πως ήρθε πια το πλήρωμα του χρόνου για να εκτιμήσω και να συλλάβω το μέγεθος των Melvins. Όχι πως μου ήταν αδιάφοροι παλιότερα, αλλά ποτέ δεν είχα την ωριμότητα και την υπομονή να σταθώ όπως πρέπει απέναντι στο ευρύτερο σύνολο της μουσικής τους, πέρα από μερικά πολύ «χτυπητά» πράγματα. Τις τελευταίες μέρες ξεψαχνίζω για πρώτη φορά τόσο ενδελεχώς τη δισκογραφία τους, και είναι σαν να μου έπεσε ψυγείο στο κεφάλι από τον τρίτο όροφο. Μοιάζει με το συναίσθημα που νιώθει δεκαπεντάχρονος που ανακαλύπτει για πρώτη φορά τη δισκογραφία των Maiden, και τον αναπάντεχο ενθουσιασμό που βιώνει όταν διαπιστώνει πως μετά το εξαιρετικό “Piece of Mind” έρχεται το ακόμη καλύτερο “Powerslave”. Δεν ξέρω τι να πρωτογράψω και ποιόν δίσκο να πρωτοξεχωρίσω. “Ozma”; “Bullhead”; “Lysol”; Να αφήσω έξω το “Houndini”, το “Stoner Witch” και το “The Maggot”;  Ή να μην πω λέξη για το «πρόσφατο» “(A) Senile Animal”; Οι άνθρωποι όχι απλά παίζουν γαμιστερή μουσική (δεν προσδιορίζεται διαχρονικά πιο συγκεκριμένα) και έχουν επηρεάσει τους ΠΑΝΤΕΣ, αλλά το πάνε ένα βήμα παραπέρα κάνοντας ατόφια Τέχνη*. Τόσο καιρό κάποιες από τις αγαπημένες μου μπάντες (Nirvana, Sleep, Mastodon) μου το ψιθύριζαν στ’ αυτί, εγώ τώρα πήρα πρέφα τι μου έλεγαν. Κάλλιο αργά…
Κι αφού άφησα στην άκρη τον τροχό που ανακάλυψα -επι της ουσίας- στα 30 μου, ας πω δυο λόγια και για το live των Planet of Zeus το περασμένο Σάββατο στην Ιερά Οδό. Ένα live ιστορικό από πολλές απόψεις, που ταυτίστηκε με το peak της μπάντας τόσο παικτικά όσο και από την άποψη της δημοφιλίας τους. Είναι σαφές, μετά κι από αυτήν την εμφάνιση, πως οι Planet είναι πια «υπερκομματικοί». Δεν είναι «στονεράδες» (ήταν ποτέ πέρα από σημεία του γαμιστερού ντεμπούτου τους;) δεν είναι «μεταλλάδες», παίζουν βαρύ rock πολλών αποχρώσεων και επιρροών  και απευθύνονται σε όλους. Από τον τύπο με την jean σαλοπέτα που με έκανε να κλάψω από τα γέλια, μέχρι τον θρασά που έσκασε μύτη το Σάββατο στην Ιερά Οδό με ραφτό Anthrax, σωλήνα παντελόνι και λευκό «σπορτέξ» (αν ήταν “Zita” ή “Strike” θα σε γελάσω). Και μα το Θεό -δε σου κάνω πλάκα- όντως έσκασαν οι συγκεκριμένοι τύποι σε αυτό το live! Οι Planet του 2015 με άλλα λόγια, είναι οι Rotting Christ του …1995. Ξεχωρίζουν από το συνάφι τους, δίνουν κάτι δικό τους, και μαζεύουν (πολύ) κόσμο από εξαιρετικά ετερόκλητα ακούσματα. Κι αν οι Planet του πρώτου δίσκου προσωπικά, μου ακούγονται αρκετά πιο ευχάριστα από αυτούς του “Vigilante”, το γεγονός ότι σήμερα μπορούν να αποτελέσουν αφορμή ώστε πολλά πιτσιρίκια να πιάσουν κιθάρα στα χέρια τους, είναι το μεγαλύτερο respect που μπορεί να κερδίσει μια μπάντα.
Τέλος, το τρίτο βασικό σχόλιο για αυτήν την φορά, θα πάει σε δύο δίσκους που προέρχονται από την εγχώρια σκηνή και κατά τη γνώμη μου μοιράζονται χωρίς να το ξέρουν κοινά -γαμάτα- χαρακτηριστικά. Ο λόγος για το “High Gain Devil Rockers” των Black Hat Bones και το “Devil’s Highway” των πλέον Beggars (για πρώτη φορά σκέτo, χωρίς το “…Blues Diary”). Αμφότεροι είναι δίσκοι καβλωμένου hard rock που χωρίς να ανήκουν σε κάποιο πρόσθετο “genre”, χτυπάνε στη ρίζα αυτής της μουσικής. Δεν ξέρω αν ο …“Devil” που συνυπάρχει και στους δύο τίτλους, έχει βάλει την ουρά του, αλλά εδώ έχουμε άλμπουμ που ακούγονται μονοκοπανιά και στάζουν. Δεν είναι ότι εδώ ακούμε κάτι για πρώτη φορά, αλλά κυρίως ότι και στους δύο δίσκους παίζει χαρακτήρας και πειστικότητα ότι αυτό που κάνουν δεν είναι απλά καβλάντα να περάσει η ώρα, αλλά πραγματικό αρχιδάτο, και γιατί όχι, διασκεδαστικό rock μακριά από εφήμερες μόδες. Δεν πάνε να πουλήσουν κάτι που δεν είναι. Πράγμα αρκετά σπάνιο στις μέρες μας. Και χωρίς να υπάρχει προφανής (μουσικός) λόγος ή έστω κάποια ιδιαίτερη ηχητική συγγένεια, είναι δίσκοι που μου γέννησαν τους σωστούς συνειρμούς για να ξεθάψω το “Wheels of Steel” των Saxon. Και αυτό είναι σίγουρα καλό.

*Μετά από μια σειρά συζητήσεων κατέληξα στο προσωπικό συμπέρασμα ότι για μένα Τέχνη είναι τελικά εκείνο το ερέθισμα που πειστικά σε βάζει σε μια διαδικασία να αφιερώσεις κάποιον από τον χρόνο σου. προκειμένου να σκεφτείς, ή ακόμη καλύτερα, να νιώσεις λίγο υπερβατικά και διαφορετικά απ’ ότι συνήθως. Αν το ερέθισμα αυτό εμπίπτει και στο προσωπικό σου γούστο, τόσο το καλύτερο.

Αυτά που λέτε.

Υ/Γ1:  Όταν θες να λέγεσαι "Black Sabbath tribute band" και παίζεις και κομμάτια από την Dio περίοδο, όπως και από την εποχή Tony Martin, αλλά δεν ακουμπάς ούτε νότα από το vol.4, τότε κάτι κάνεις λάθος. Πέραν δηλαδή από το προφανές ότι οι Sabbath σταμάτησαν το 1979.

Υ/Γ2:  Στις αθλητικές εφημερίδες οι βαρύμαγκες διανοητές της τελευταίας στήλης όταν θέλουν να αφήσουν υπονοούμενα για κάτι, πέρα από την σεμιναριακή χρήση αποσιωπητικών, γράφουν ακόμη  και σήμερα την εξαιρετικά ψαγμένη φράση «τροφή για σκέψη». Σε ένα τέτοιο πλαίσιο λοιπόν, ας αναρωτηθούμε όλοι μαζί: «μήπως τα ufo είναι στην πραγματικότητα χρονομηχανές;»

Vasilis Durden

No comments:

Post a Comment