Durden Journals vol.6

fuzztastic planet festival
Σύντομη Εκδοχή για όσους δεν αντέχουν τα μεγάλα κείμενα:
 Το Fuzztastic τα ‘σπασε και φέτος.

Πλήρης Εκδοχή:
Γεια χαρά. Πάει καιρός από το τελευταίο Journals που ανέβασα, αλλά με όλα αυτά που γίνονταν αυτό το καλοκαίρι στη χώρα θα ήταν λίγο αφελές νομίζω να σπαταλούσα λέξεις για μουσικούς συνειρμούς. Σε μια συγκυρία που η χώρα περνούσε (και περνάει ) χοντρές τρικυμίες πιστεύω ότι αν έπρεπε να γράψω κάτι, το χρησιμότερο δε θα ήταν για μουσικές, αλλά κείμενα για τις επιταγές της πολιτικής και κοινωνικής κατάστασης της χώρας. Και το Downtuned δεν είναι χώρος για τέτοιες σκέψεις.  Εξάλλου ,αυτό έχουν τα diy μέσα σαν το Downtuned. Σου δίνουν την ευκαιρία να γράφεις μόνο επειδή πραγματικά έχεις την ανάγκη να το κάνεις και όχι γιατι πρέπει επειδή θα τα «πάρεις» από μπάντες και χορηγούς. Δεν υπήρχε λοιπόν η ανάγκη, δεν υπήρχε και η κάβλα για νέο Journals τον προηγούμενο καιρό, δεν υπήρξε κατά συνέπεια και νέο κείμενο. Την προαναφερθείσα λεξούλα από «κ» την ξανάβαλε στο καλοκαιρινό μου τραπέζι το Fuzztastic Planet. Οπότε και σε αυτό θα είναι αφιερωμένο το journals που διαβάζεις, αλλά αν περιμένεις ένα τυπικό report από το φεστιβάλ ατύχησες. Υπάρχουν πολλά καλά (και λιγότερο καλά) blogs που θα σου προσφέρουν το τυπικό review που συνήθως διαβάζουμε κοπιαρισμένο παντού, αλλά εδώ για άλλη μια φορά δε θα πάει έτσι. Παρακάτω θα διαβάσεις, είναι απλά ένα μικρό χρονικό όσων έζησα στην Λίμνη Κοκκινογείων το περασμένο σαββατοκύριακο, καθώς επίσης και το τι σημαίνει το Fuzztastic σαν οντότητα για μένα. Αν ψήθηκες ξεκινάμε αμέσως.

Αυτή εδώ ήταν η πρώτη φορά που θα είχα πλήρη πρόσβαση για φωτογραφίες και συνεντεύξεις backstage σε ένα φεστιβάλ τέτοιου μεγέθους, και δεν κρύβω ότι πέρα από την μεγάλη μου χαρά γι αυτό, είχα ένα μικρό άγχος να ανταπεξέλθω στις απαιτήσεις μιας τέτοιας κατάστασης. Πριν όμως αρχίσουν να με απασχολούν αυτά, έπρεπε να ανέβω από τη Λάρισα, στη Δράμα. Ο ΟΣΕ και μια εξαιρετική συνεπιβάτις ανέλαβαν να βάλουν λίγο αλατοπίπερο σε αυτό το εγχείρημα. Αρχικά ο ΟΣΕ μας φιλοδώρησε με μια υπέροχη καθυστέρηση που μετέτρεψε την ώρα αναχώρησης από 4:20 σε 5:15 το πρωί, ενώ η φίλτατη συνταξιδιώτισσα επιχείρησε να κρατήσει ζωντανή τη σημειολογία του αριθμού «420» προσπαθώντας να επικοινωνήσει φωναχτά στους επιβάτες ολόκληρου του βαγονιού, τους κανόνες και τις επιδόσεις της μικρής ανιψιάς της για το παιχνίδι «Κάστορες και Ποντίκια». Παράλληλα, την υπέροχη ταξιδιωτική εμπειρία φρόντισε να εμπλουτίσει και φέτος η αστυνομία της Δράμας, η οποία σε μια κίνηση – προσφορά στον τουρισμό της περιοχής ανάγκαζε όλους τους προσερχόμενους στο φεστιβάλ να υποστούν εκτενή έλεγχο προκειμένου στο τέλος της ημέρας να απαλλοτριώσει συνολικά μισό σακουλάκι χόρτο για να βγει το μεροκάματο και να παραδώσει την κοινωνία ασφαλέστερη.

(Σάββατο)

Σε βλέπω ήδη βαριέσαι τις περιγραφές μου, οπότε μετά το πρώτο fast forward οι σκηνές έχουν στηθεί, οι ατελείωτες χαιρετούρες με φίλους από όλη τη χώρα συνεχίζονται, και έχει παίξει μυθική μάσα σε ταβερνάκι παρακείμενου χωριού που απευθύνεται μόνο σε μυημένους. Η ώρα είναι 18:30 ακριβώς, και από το stage ακούγονται οι πρώτες νότες των Sativa από τη Βουλγαρία. Δυστυχώς όλα τα παραπάνω που σε έκαναν να βαρεθείς με τις εκτενείς περιγραφές μου, είναι εκείνα που είχαν καταφέρει να με κουράσουν τόσο πολύ σωματικά μέχρι εκείνη τη στιγμή, που επέλεξα να ακούσω την μπάντα από τη Βουλγαρία από τη σκηνή μου. Ήμουν ήδη εξοικειωμένος με το “stoner meets post” υλικό τους, όποτε μπορώ πω ότι το απέδωσαν πειστικά, και πως αν ο ήχος τους ήταν ok από την σκηνή μου, υποπτεύομαι ότι θα ήταν ακόμη καλύτερος αν βρισκόταν κανείς στο σημείο που έπαιζαν. Την σκυτάλη πήραν οι Instant Boner, και με αυτούς ξεκίνησα την παρουσία μπροστά και πίσω από το stage. Η μπάντα από τη Θεσσαλονίκη, έχει δουλέψει πολύ και αυτό φαίνεται στην αυτοπεποίθηση και στον ήχο που βγάζει επι σκηνής. Η μουσική τους πια είναι ένα ισόποσο μίγμα blues, jazz, και heavy rock ενώ το σαξόφωνο (που γενικά σαν όργανο δεν το παλεύω ιδιαίτερα) εδώ δεν είναι απλά μια εφετζίδικη προσθήκη, αλλά κάτι που έχει σαφή και λειτουργικό ρόλο στην μπάντα, και λειτουργεί υπέρ της.
Με το τελείωμα του σετ των Instant Boner, ο καιρός είπε να τιμήσει την περσινή του βροχερή παράδοση για το καλωσόρισμα του φεστιβάλ. Και η συναυλία διακόπηκε για περίπου μια ώρα. Μετά τη βροχή επι σκηνής ανεβαίνουν οι Night Knight οι οποίοι σε μια προσπάθεια να μας εξηγήσουν γιατί έβρεξε μέσα στο κατακαλόκαιρο, ανατρέχουν στον πρόσφατο δίσκο και μας λένε ότι πολύ απλά “God is a Motherfucker”. Το έχω ξαναγράψει κάπου, αλλά ίσχυσε και στην live απόδοσή του υλικού τους: το soft rock τους είναι ύπουλο και καταπραϋντικό.  Φαινομενικά νομίζεις ότι δεν μπορεί να κάνει καμιά ζημιά, αλλά αν αφεθείς για λίγο, βρίσκεις να παρασύρεσαι από τους στίχους και την μουσική σε μια δυναμική με πολύ περισσότερα «κάκαλα» από βαρύτερες μπάντες. Πράγμα που σημαίνει προφανώς  ότι και live τους ευχαριστήθηκα απόλυτα.

Μετά τον «νυχτερινό Ιππότη» στη σκηνή ανέβηκαν οι Black Hat Bones αντι για την προγραμματισμένη εμφάνιση των Psychedelic Trips to Death που μεταφέρθηκαν ατύπως σε ώρα headliner στο τέλος της βραδιάς. Το καβλωμένο και τελείως ευδιάθετο Rock από τους “Bones” έβαλε ξανά φωτιά στα μπατζάκια μας σε μια εμφάνιση που ήταν μεταξύ των άλλων, η χαρά του φωτογράφου (τέτοια ενέργεια πάνω στη σκηνή μόνο καλές λήψεις μπορεί να σου δώσει). Στη συνέχεια το “high gain” της ελληνικής μπάντας, έδωσε την σκυτάλη στο ιταλικό fuzz των Black Rainbows. Με καύσιμο μουσικές που ακροβατούν διαρκώς ανάμεσα στην παρακαταθήκη των Nebula και το space rock, οι “Rainbows” ήταν για μένα μέσα στις δύο καλύτερες μπάντες της πρώτης μέρας. Κατά τη διάρκεια του σετ τους κυριολεκτικά νόμιζες ότι ήσουν σε άλλη rock δεκαετία και αυτό όχι λόγω μιας επιτηδευμένης «βιντατζίλας» που επικρατεί συχνά στο σινάφι μας.

Samsara Blues Experiment στα καπάκια, και όλα τα ερεθίσματα που σχετίζονται με το festival είναι στο απόγειό τους: ακόμη μεγαλύτερη δίψα για μουσική, ακόμη περισσότερο αλκοόλ στο αίμα. Οι «σαμσάρες» προσωπικά με έπεισαν και σαν τρίο (ήταν η πρώτη φορά που τους έβλεπα με τριμελή σύνθεση) αλλά οφείλω να σημειώσω τις ενστάσεις κάποιων ότι κάποια σημεία τους, έχαναν με μια κιθάρα λιγότερη. Προσωπικά τους καταχάρηκα τη δεδομένη στιγμή, αλλά δεν ξέρω πως θα ήταν αν η παρατηρητικότητά μου ήταν προηγουμένως ενισχυμένη με λιγότερες μπύρες και περισσότερο ύπνο. Ωστόσο, η μεγάλη κούραση και το περασμένο της ώρας δεν μου επέτρεψαν να δω τους Psychedelic Trips to Death που έκλεισαν τη βραδιά. Βέβαια για να πω την αλήθεια ακόμη και αν τους παρακολουθούσα δεν θα ήμουν ο κατάλληλος σχολιαστής της εμφάνισής τους, μια και δεν έχω ιδιαίτερη επαφή με τον ήχο τους. Εκείνο που έμαθα πάντως, είναι ότι το ντουέτο πια, από τη Θεσσαλονίκη, αντιμετώπισε προβλήματα με την κιθάρα, και ένα μέρος του set τους ήταν jam του μπάσου με φωνητικά. Αρκετός κόσμος μου είπε θετικά λόγια πάντως, και στέκομαι εκεί.

(Κυριακή)

Η δεύτερη μέρα για μένα ξεκίνησε ευτυχώς με γεμισμένες τις μπαταρίες μου, σε σχέση με το Σάββατο. Καφές και πρωινά προφορικά reviews για την προηγούμενη μέρα ανάμεσα σε 3-4 διαφορετικές παρέες, επανάληψη της διατροφικής καταδρομής στο μυθικό ταβερνάκι που αξίζει δικό του report, και φτάνουμε και πάλι στο απόγευμα. Οι Nightstalker αντιμετωπίζουν τεχνικό πρόβλημα με το soundcheck τους και η δράση αργεί να ξεκινήσει για περίπου μια ώρα.

Πρώτη μπάντα της ημέρας οι εξ Ιωαννίνων ορμώμενοι Their Methlab, τους οποίους θα έβλεπα για δεύτερη φορά. Μια λέξη νομίζω τους ταιριάζει: Εξαιρετικοί. Δεμένο και ισορροπημένο post rock/metal με καλά μελετημένη αναλογία ψυχεδέλειας και βαριάς γκρούβας, ίσως να αδικήθηκαν που το φυσικό φως και το αλκοόλ ως εκείνη τη στιγμή δεν μας  επέτρεψαν να χαθούμε πιο βαθιά στην εκπληκτική ατμόσφαιρά τους.  Συνέχεια με τους The Big Nose Attack. Αν και είδα προσεκτικά μόνο ένα μικρό μέρος του set τους, γιατί παράλληλα είχαμε κλείσει ραντεβού για συνέντευξη με τους Elder, οι ΤΒΝΑ ήταν σε πολύ πιο rock attitude από αυτό που εισπράττει κανείς από τους δίσκους τους. Εξαιρετικός ήχος και κάπως βαρύτερος από τα άλμπουμ τους, έδεσε πολύ καλά με τις μουσικές του φεστιβάλ, και έδινε την εντύπωση  γεμάτου full band και όχι απλά ότι ακούει κανείς μόνο κιθάρα και τύμπανα επι σκηνής. 

Οι Stonebringer που ανέβηκαν μετά, αποτέλεσαν μάλλον και την πιο metal στιγμή του φεστιβάλ. Το παίξιμο ήταν εκεί, ο ήχος ήταν εκεί, η γκρούβα και τα riff επίσης. Προσωπικά όμως δεν ξέρω ακόμη αν τους ευχαριστήθηκα γιατί μάλλον θα έπρεπε να είμαι πιο εξοικειωμένος με το υλικό τους. Οι Whereswilder που τους διαδέχτηκαν, ξανάβαλαν στο τραπέζι την αισθητική που πάνω κάτω μας είχαν συστήσει ήδη από το Σάββατο οι Night Knight: Fuzzαριστό soft rock, ωστόσο με λίγη περισσότερη ψυχεδέλεια και stoner rock εξάρσεις αυτή τη φορά, και τα 45 λεπτά τους πέρασαν ιδιαίτερα ευχάριστα. Και πάλι όμως έπρεπε να απομακρυνθώ από τη σκηνή αυτή τη φορά για την συνέντευξη που είχα κλείσει με τους Nightstalker.  Έτσι, ένα μεγάλο μέρος από την εμφάνιση των Σέρβων Temple of the Smoke, δεν έφτασε ποτέ προσεκτικά στα αυτιά μου, αλλά όσο πρόλαβα να τους ακούσω έχω την αίσθηση ότι δεν είναι πολύ του γούστου μου, παρά τα αποθεωτικά σχόλια που άκουσα αργότερα από τον έταιρο "χαμηλοκουρδισμένο" Σώτο (Heavy Dalga).

Οι καθυστέρηση στην έναρξη της δεύτερης ημέρας οδήγησε για δεύτερη φορά στην τυπική αλλαγή του headline και αντί για τους Nightstalker, στη σκηνή ανέβηκαν πρώτα οι Elder. Ίσως η μπάντα που ήθελα να δω περισσότερο ανάμεσα στο συνολικό billing του φεστιβάλ. Και δε με διέψευσαν. Ο ήχος τους ήταν μάλλον ο καλύτερος όλου του διημέρου, η απόδοσή τους ισοπεδωτική, και φυσικά όταν έχεις στα μπαγκάζια σου υλικό όπως το “Dead Roots Stirring” και το “Lore” γιου κεντ γκο ρόνγκ που λέμε και στη Λάρισα. Μια εμφάνιση που νομίζω την χάρηκαν και οι ίδιοι όσο την χαρήκαμε κι εμείς, (με τη μόνη διαφορά ότι κάποιοι από εμάς είχαν ανατριχίλες από την συγκίνηση σε όλο το σετ τους).  

Η παρουσία των Nightstalker στο σανίδι ήρθε απλά σαν κερασάκι στην τούρτα. Δεν χρειάζεται λόγος για το τι κάνουν οι «Στώκοι» επι σκηνής και το πόσο γαμάτα περνάει κανείς στα live τους. Η μουσική τους σε συνδυασμό με τα ξίδια του διημέρου, κατάφεραν να εκτροχιάσουν τους πιο «μάχιμους» και έτσι στο δεύτερο μισό του χρόνου τους, δεν υπήρχε το κιγκλίδωμα μπροστά στη σκηνή που έδινε χώρο στους φωτογράφους, καθώς υπήρξε μαζική μπούκα και όλα έγιναν ένα με τη σκηνή. Με τις τελευταίες καληνύχτες του Argy, τελείωσε και η όποια κινητικότητα στο χώρο της σκηνής. Η επόμενη μέρα μας βρήκε με φευγαλέους αποχαιρετισμούς, γρήγορους καφέδες και τον ΟΣΕ να κάνει ακόμη πιο υπέροχη την ταξιδιωτική μας εμπειρία μέσα από την αναπάντεχη απεργία του. Το Fuzztastic μας είχε αποχαιρετήσει, αλλά νομίζω ότι η Δευτέρα το βρήκε πολύ δυνατότερο σαν θεσμό.

Και κάπου εδώ έρχεται για μένα το σημαντικότερο μέρος αυτού του τεράστιου σε έκταση κειμένου. Όσοι νομίζετε ότι το Fuzztastic είναι ένα ακόμη φεστιβάλ γελιέστε. Όσοι εστιάζετε καθαρά και μόνο στο μουσικό του κομμάτι επίσης χάνετε πολλά. Το συγκεκριμένο εγχείρημα είναι πολλά περισσότερα. Είναι πρώτα απ’ όλα, η απόδειξη ότι μια τέτοια κίνηση μπορεί να δουλέψει καλά και στην επαρχία. Είναι μια αφορμή για συνάντηση με φίλους από όλη την χώρα, και το σημαντικότερο είναι μια διαφορετική πρόταση για το τι σημαίνει “rock φεστιβάλ” στην Ελλάδα. Δεν είναι το ακριβό «φεστιβάλ» που μας έμαθαν κάποιοι με άξονα ένα συγκρότημα και δύο support. Είναι μια πολύ συνολικότερη εμπειρία. Είναι μια πρόταση με στοχευμένη αισθητική από ανθρώπους που πρωτίστως αγαπούν αυτό που κάνουν και δεν τους ενδιαφέρει να στήσουν ένα event απλά για να «’κονομήσουν». Την ίδια στιγμή, η επιλογή του χώρου της Λίμνης Κοκκινογείων δίνει την ευκαιρία να οικειοποιηθείς αλλιώς την μουσική που σου προσφέρει. Δεν χρειάζεται να είσαι στοιβαγμένος στο κοινό για να απολαύσεις μια μπάντα. Μπορείς να το κάνεις εξίσου καλά κάνοντας μια βόλτα γύρω από τη λίμνη όσο η μπάντα παίζει. Εννοείται φυσικά πως υπάρχουν και ψεγάδια, εννοείται πως παίρνει κι άλλη βελτίωση. Αλλά όταν το αντίβαρο είναι τόσο θετικό, θα ήταν μίζερο να σταθώ εκεί. Εις το επανιδείν λοιπόν, κι από μένα προσωπικά μόνο σέβας για αυτήν την προσπάθεια.


Υ/Γ1. Ένα τεράστιο ευχαριστώ στον Στέφανο για όλα, και ένα μεγάλο ευχαριστώ στην επίσης «χαμηλοκουρδισμένη» Ευγενία για την συνεισφορά της στη συνέντευξη με τους Elder.

Υ/Γ2. Η Downtuned απεικόνιση του Fuzztastic δεν σταματάει με το συγκεκριμένο κείμενο. Ακολουθούν τις επόμενες μέρες φωτογραφικό αφιέρωμα και συνεντεύξεις με τους Elder και τους Nightstalker.

Υ/Γ3. Το να στείλω ονομαστικά χαιρετίσματα σε όλους όσους πέτυχα πάνω, θα απαιτούσε άλλο ένα κείμενο 2000 λέξεων όπως αυτό. Ξέρετε ποιοι είστε, και είστε λατρείες όλοι.

Vasilis Durden

No comments:

Post a Comment